ἐφημέριον

ἐφημέριον
ἐφημέριος
on
masc acc sg
ἐφημέριος
on
neut nom/voc/acc sg
ἐφημέριος
on
masc/fem acc sg
ἐφημέριος
on
neut nom/voc/acc sg
ἐφημερέω
to be president for the day
imperf ind act 3rd pl (doric)
ἐφημερέω
to be president for the day
imperf ind act 1st sg (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • εφημέριος — Ο επικεφαλής της ενορίας, ο παπάς. Η διαδικασία της ανακήρυξης κάποιου ως υποψήφιου ε., η εκλογή και ο διορισμός του ορίζονται από τον νόμο. Την ευθύνη για την τήρηση της νόμιμης διαδικασίας έχει o μητροπολίτης, που καλεί με προκήρυξη όσους έχουν …   Dictionary of Greek

  • Konstantinos Tzechanis — Cover of Εγχειρίδιον αριθμητικής (Manual of Mathematics), printed in Halle, 1769 Born 1740 Moscopole, Ottoman Empire, present day Albania …   Wikipedia

  • εναλλαγή — Ανταλλαγή γενετικού υλικού ανάμεσα σε ζεύγη χρωμοσωμάτων που προέρχονται από τους δύο γονείς ενός ατόμου, στη διάρκεια του σχηματισμού του ωαρίου και του σπερματοζωαρίου. * * * η (AM ἐναλλαγή) 1. αμοιβαία αλλαγή, εκ περιτροπής διαδοχή, διαδοχική… …   Dictionary of Greek

  • λάτρις — (I) η βλ. λάτρης. (II) λάτρις, ιος και ιδος, ό, ἡ (AM) 1. μισθωτός εργάτης, υπηρέτης, θεράπων, δούλος («κακὸν λάτριν ἐφημέριον», Θέογν.) 2. φρ. «Φοίβου λάτρις» ο κόρακας (Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με το λάτρον και πρόκειται πιθ. για… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”